Υπογονιμότητα σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είναι η αδυναμία επίτευξης εγκυμοσύνης από ένα ζευγάρι, μετά από ένα έτος σεξουαλικών επαφών, χωρίς αντισυλληπτικές προφυλάξεις.
Αιτιολογική και Προληπτική αντιμετώπιση της Υπογονιμότητας
- Αποκατάσταση με μη επεμβατικές μεθόδους
- Φυσική αποκατάσταση των επιπέδων Προγεστερόνης
- Φυσική αποκατάσταση των επιπέδων Οιστρογόνων
- Εξομάλυνση και εξισορρόπηση του γυναικείου καταμήνιου κύκλου
- Ορμονική αποκατάσταση μόνο με Βιομιμητικές ορμόνες
- Πλήρης Αντικαρκινική προστασία της γυναίκας
- Εξατομικευμένη δοσομετρική αποκατάσταση των ελλειμμάτων κάθε γυναίκας
- Ανώδυνα και χωρίς περιττά κόστη
Περίπου το 25% των ζευγαριών δεν επιτυγχάνουν εγκυμοσύνη μέσα σε ένα χρόνο και το 15% αναζητά ιατρική βοήθεια για αυτό το σκοπό. Η υπογονιμότητα είναι πρωτοπαθής στο 70% των ζευγαριών, όταν ποτέ στο παρελθόν δεν έχει αναφερθεί εγκυμοσύνη ή δευτεροπαθής (30%), όταν έχει υπάρξει κατά το παρελθόν κάποια σύλληψη. Η υπογονιμότητα επηρεάζει και τα δύο φύλα. Έτσι πλέον, περίπου στο 50% των περιπτώσεων, υπάρχει ανδρικός αιτιολογικός παράγοντας στο υπογόνιμο ζευγάρι. Σε αρκετές δε περιπτώσεις, μπορεί να συνυπάρχουν ανδρική και γυναικεία υπογονιμότητα. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου ο ένας σύντροφος είναι ιδιαιτέρως γόνιμος και αντισταθμίζει τον άλλο, σχετικά υπογόνιμο, σύντροφο. Αν όμως και οι δύο είναι σχετικά υπογόνιμοι, τότε το ζεύγος αδυνατεί να τεκνοποιήσει και η υπογονιμότητα γίνεται εμφανής.
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, οι περιβαλλοντικές συνθήκες, η ατμοσφαιρική ρύπανση και το κάπνισμα, μπορούν να επηρεάσουν τη βιωσιμότητα των γεννητικών κυττάρων και του αναπτυσσόμενου εμβρύου και ως εκ τούτου να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα. Αν και ο αριθμός των ζευγαριών που αναζητούν ιατρική βοήθεια στο πρόβλημα της υπογονιμότητας έχει αυξηθεί, η συχνότητα εμφάνισης του προβλήματος στο γενικό πληθυσμό μάλλον δεν έχει αλλάξει. Πιο πιθανή θεωρείται η άποψη της αλλαγής στη συμπεριφορά των ατόμων και κυρίως η καθυστερημένη ηλικία έναρξης των προσπαθειών για τεκνοποίηση. Αρκετές γυναίκες καθυστερούν την πρώτη τους εγκυμοσύνη, μέχρι να τελειώσουν τις σπουδές τους ή να ξεκινήσουν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Όμως η γονιμότητα μιας γυναίκας 35 ετών είναι η μισή από μιας γυναίκας 25 και σε ηλικία άνω των 40 ετών η γονιμότητα πέφτει στο 5%. Δηλαδή, η ηλικία της γυναίκας είναι ο σημαντικότερος προγνωστικός παράγοντας για εγκυμοσύνη.
Η πιο κοινή ωστόσο αιτία γυναικείας υπογονιμότητας, είναι η διαταραχή της ωοθυλακιορρηξίας (ανωοθυλακιορρηκτικοί κύκλοι – Ανωοθυλακιορρηξία).
Άλλα αίτια της γυναικείας υπογονιμότητας μπορεί να είναι οι φραγμένες σάλπιγγες, που προκύπτουν όταν μια γυναίκα έχει ή είχε κάποια φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (Φ.Ν.Π.) ή ενδομητρίωση (μια ενίοτε οδυνηρή κατάσταση που προκαλεί συμφύσεις και κύστεις) ή διακοπές κυήσεων. Επίσης κάποιες συγγενείς ανωμαλίες (εκ’ γενετής παθήσεις) που αφορούν τη δομή της μήτρας (Rokitanski – Kusterhauser) ή ινομυώματα στη μήτρα, συνδέονται με επανειλημμένες αποβολές.
Στις γυναίκες, παράγοντες που ενδεχομένως να εμπλέκονται στην υπογονιμότητα συμπεριλαμβάνουν, μια ενεργός σεξουαλική ζωή από πολύ μικρή ηλικία, αυξημένο αριθμό αμβλώσεων καθώς και πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους. Ιδιάζουσας σημασίας είναι η απόφαση αυξανόμενου αριθμού γυναικών να αναβάλουν τη μητρότητα μέχρι τα 40 τους, ίσως και λίγο παραπάνω, για λόγους όπως η εκπαίδευση, η επαγγελματική ανέλιξη και η αδυναμία εύρεσης του «σωστού» συντρόφου.,
Διαταραχές Ωοθυλακιορρηξίας
Οι διαταραχές ωορρηξίας, ενέχονται για το 25% της υπογονιμότητας στα ζευγάρια. Αυτές μπορεί να οφείλονται σε προβλήματα στη ρύθμιση των αναπαραγωγικών ορμονών από τον υποθάλαμο ή την υπόφυση, είτε από προβλήματα στην ίδια την ωοθήκη (σύνδρομο Turner).
Ανωμαλία στην έκκριση των ορμονών FSH και LH
Οι δύο αυτές ορμόνες είναι υπεύθυνες για την πρόκληση της ωορρηξίας κάθε μήνα. Οι δύο αυτές ορμόνες παράγονται από την υπόφυση με έναν συγκεκριμένο ρυθμό κατά τη διάρκεια του εμμηνορροϊκού κύκλου. Υπερβολικό σωματικό ή συναισθηματικό στρες καθώς και η απότομη αύξηση ή μείωση βάρους, μπορεί να διαταράξει αυτό το ρυθμό παραγωγής των ορμονών και να επηρεάσει την ωορρηξία. Η κύρια ένδειξη για το πρόβλημα αυτό είναι ακανόνιστη ή απούσα περίοδος. Λιγότερο συχνά, συγκεκριμένες ασθένειες της υπόφυσης συνήθως συνδέονται με ελλείψεις άλλων ορμονών και μπορεί να είναι η αιτία διαταραχών της ωορρηξίας.
Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS)
Στο PCOS, πολύπλοκες αλλαγές συνίστανται στον υποθάλαμο, την υπόφυση και τις ωοθήκες, με αποτέλεσμα την υπερπαραγωγή αρσενικών ορμονών (ανδρογόνα), η οποία επηρεάζει την ωορρηξία. Το PCOS μπορεί επίσης να σχετίζεται με αντίσταση του οργανισμού στην ινσουλίνη αλλά και με την παχυσαρκία.
Προβλήματα της ωχρινικής φάσης του κύκλου
Αυτά συμβαίνουν όταν η ωοθήκη δεν παράγει αρκετή ορμόνη προγεστερόνη μετά την ωορρηξία. Η προγεστερόνη είναι ζωτικής σημασίας για την προετοιμασία του ενδομητρίου προκειμένου να διατηρήσει το γονιμοποιημένο ωάριο.
Η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια
Αυτή η διαταραχή προκαλείται συνήθως από αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, όπου το σώμα «κατά λάθος» πραγματοποιεί επίθεση στους ιστούς των ωοθηκών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια των ωαρίων στην ωοθήκη, καθώς και σε μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων.
Βλάβες στις σάλπιγγες
Όταν οι σάλπιγγες υποστούν ζημιά, απόφραξη ή καταστραφούν, τότε το σπέρμα εμποδίζεται από το να φτάσει το ωάριο ή κλείνει το πέρασμα του γονιμοποιημένου ωαρίου προς τη μήτρα. Αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν στις σάλπιγγες ζημία ή απόφραξη μπορεί να είναι:
- Φλεγμονή στις σάλπιγγες (σαλπιγγίτιδα) λόγω χλαμυδίων ή βλεννόρροιας
- Προηγούμενη έκτοπη κύηση, στην οποία ένα γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται και αρχίζει να αναπτύσσεται μέσα στη σάλπιγγα και όχι στη μήτρα
- Προηγούμενη εγχείρηση στην κοιλιακή χώρα ή την πύελο.
Ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση παρουσιάζεται όταν ιστός του ενδομητρίου εμφυτεύεται και αναπτύσσεται σε άλλα όργανα της πυέλου (ωοθήκες κ.λ.π.). Αυτή η ανάπτυξη του επιπλέον ιστού (και η χειρουργική αφαίρεση του) μπορεί να προκαλέσει συμφύσεις, οι οποίες δυσχεραίνουν τη γονιμότητα. Οι ερευνητές πιστεύουν επίσης ότι η ύπαρξη αυτών των επιπλέον ενδομητριωσικών ιστών μπορεί να οδηγεί στην παραγωγή ουσιών που επηρεάζουν τη σύλληψη.
Στένωση ή απόφραξη του τραχήλου της μήτρας
Είναι δυνατόν να την προκαλέσει μια κληρονομική δυσπλασία ή βλάβη του τραχήλου. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο τράχηλος δεν μπορεί να παράξει το καλύτερο δυνατό είδος της βλέννας για την κινητικότητα του σπέρματος και τη γονιμοποίηση. Επιπλέον, η δίοδος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να είναι σχεδόν κλειστή, καθιστώντας δύσκολο για το σπέρμα να φθάσει τα ωάρια και να τα γονιμοποιήσει.
Αιτίες που οφείλονται στη μήτρα
Καλοήθεις πολύποδες ή όγκοι (π.χ. ινομυώματα) στη μήτρα, είναι συνηθισμένοι σε γυναίκες από 30 ετών και άνω, όπου μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα, αποφράσσοντας τις σάλπιγγες ή διαταράσσοντας την εμφύτευση του εμβρύου.
Ωστόσο, πολλές γυναίκες που έχουν ινομυώματα μπορεί να μείνουν έγκυοι. Ουλές στο εσωτερικό της μήτρας μπορεί επίσης να διαταράξουν την εμφύτευση, ενώ ορισμένες γυναίκες που γεννήθηκαν με ανωμαλίες μήτρας, όπως ένα ασυνήθιστο σχήμα της μήτρας, μπορεί να έχουν προβλήματα στο να συλλάβουν ή να διατηρήσουν την κύηση.
Για να είστε πάντα καλά.
Dr. Κυριάκος Τίγκας, M.D.
Χειρουργός Γυναικολόγος – Μαιευτήρας
Εξειδίκευση σε : Λειτουργική, Προληπτική, Αντιγηραντική Ιατρική,
Ορμονική Αποκατάσταση γυναικών με Βιομιμητικές Ορμόνες,
Χειρουργική Γυναικολογική Ογκολογία, Χειρουργική Μαστού