Απώλεια οστικής μάζας και μηχανισμοί ανάπλασης των οστών
Οστική μάζα και οστική πυκνότητα
Η οστική μάζα και οστική πυκνότητα αποτελούν έννοιες που χρησιμοποιούνται για την περιγραφή του βάρους του σκελετού μας και για την περιεκτικότητα που έχουν τα οστά μας σε ασβέστιο και άλλα μέταλλα. Όσο υψηλότερες είναι η οστική μάζα και οστική πυκνότητα τόσο πιο ανθεκτικά και γερά είναι τα οστά μας.
Με την πάροδο της ηλικίας, επέρχεται η λέπτυνση των οστών μας ως φυσική διαδικασία. Η χαμηλή οστική μάζα και οστική πυκνότητα, συνήθως υποδηλώνουν εύθραυστα οστά και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την εκδήλωση οστεοπενίας ή οστεοπόρωσης. Το αν θα εμφανίσει κάποιος οστεοπόρωση καθορίζεται από διάφορους παράγοντες, συχνά γενετικούς, καθώς και από τον τρόπο ζωής, όπως η διατροφή και η άσκηση.
Ο κύκλος ζωής των οστών
Είναι σημαντικό να περιγραφεί εκτενέστερα ο κύκλος ζωής των οστών, προκειμένου να κατανοηθούν πλήρως οι έννοιες της οστεοπενίας και της οστεοπόρωσης. Τα οστά διαθέτουν το δικό τους κύκλο ζωής και μεταβολισμού. Έχουν έναν συγκεκριμένο ρυθμό με τον οποίο αναπτύσσονται, ζουν και αποβιώνουν. Στην περίπτωση των γυναικών, ο κύκλος αυτός καθορίζεται από τις φυλετικές ορμόνες, δηλαδή, από τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη.
Τα οιστρογόνα ελέγχουν τη λειτουργία των οστεοκλαστών. Πρόκειται για οστικά κύτταρα η δράση των οποίων έγκειται στην αποδόμηση του παλαιού οστού. Από την άλλη, η προγεστερόνη ελέγχει τη δράση των οστεοβλαστών. Οι οστεοβλάστες είναι επίσης οστικά κύτταρα που ‘’χτίζουν’’ καινούργιο οστό. Επομένως, η προγεστερόνη συμβάλλει στην ανάπτυξη νέου οστού, ενώ τα οιστρογόνα συντελούν στην αποδόμηση του παλιού, γερασμένου οστικού ιστού, έως ότου διαμορφωθεί εκ νέου φρέσκο οστό, τον επόμενο μήνα με τον έμμηνο κύκλο της γυναίκας που θα ακολουθήσει. Οποιαδήποτε πτώση παρατηρηθεί στα επίπεδα των οιστρογόνων και της προγεστερόνης στη γυναίκα πυροδοτεί τη σταδιακή ελάττωση της οστικής μάζας και ακολούθως την γήρανση των οστών της. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αρχίζει η οστεοπενία κι έπειτα η οστεοπόρωση.
Στις γυναίκες, λοιπόν, αυτού του είδους τα προβλήματα εκδηλώνονται συνήθως μετά την εμμηνόπαυση, όπου μειώνονται τα επίπεδα οιστρογόνων και προγεστερόνης. Βέβαια, ανεξαρτήτως ηλικίας, μειωμένη οστική μάζα δεν αποκλείεται να εμφανίσουν και γυναίκες πριν από την εμμηνόπαυση, ακόμη και ως παιδιά, λόγω γενετικών παραγόντων, σωματότυπου ή/και όταν συνυπάρχουν νοσήματα ή κάνουν λήψη φαρμάκων που επηρεάζουν την οστική μάζα (πρωτοπαθής οστεπενία / οστεοπόρωση). Εν γένει, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η απώλεια της οστικής μάζας παρουσιάζεται κυρίως σε ηλικίες μεγαλύτερες των 60 ετών, ενώ στις νεότερες ηλικιακά ομάδες οφείλεται συνήθως σε παθολογικά αίτια.
Οστεοπενία
Η Οστεοπενία παρουσιάζεται ως απόρροια της μειωμένης οστικής πυκνότητας και λειτουργεί ως προθάλαμος της οστεοπόρωσης, όταν δε δοθεί εγκαίρως κάποια θεραπευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της. Η οστεοπενία δεν είναι νόσος. Εντούτοις, σημαίνει ότι όσοι έχουν οστεοπενία παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες εκδήλωσης οστεοπόρωσης.
Οστεοπόρωση
Όταν απορροφάται από τον οργανισμό μεγαλύτερη ποσότητα οστού σε σχέση με αυτήν που δημιουργείται, τότε επέρχεται απώλεια οστικής μάζας και εν τέλει οστεοπόρωση. Η οστεοπόρωση χαρακτηρίζεται ως μία «ύπουλη» νόσος, διότι τα οστά χάνονται σταδιακά, μειώνεται η σκελετική αντοχή, διαταράσσεται η αρχιτεκτονική τους προκαλείται ολοένα και μεγαλύτερη μείωση της οστικής μάζας, ενώ συνήθως δεν παρατηρούνται συμπτώματα, έως ότου εμφανιστεί το πρώτο κάταγμα. Υπάρχουν, βέβαια, ορισμένα προειδοποιητικά σημάδια που χρειάζεται να μας θορυβήσουν. Λόγου χάρη, οι ασθενείς με οστεοπόρωση εμφανίζουν αιφνίδιο και έντονο πόνο, ο οποίος μπορεί να παρουσιαστεί ακόμη και με το πιο μικρό χτύπημα ή τραυματισμό. Ο πόνος αυτός επιδεινώνεται, όταν το άτομο κινείται και εξασθενεί, όταν βρίσκεται σε ξαπλωτή θέση. Επιπλέον, η απώλεια ύψους με την πάροδο της ηλικίας αποτελεί μία ένδειξη αδύναμων οστών.
Παράγοντες κινδύνου
Η οστεοπόρωση αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά χρόνια νοσήματα, για το οποίο ευθύνεται κατά κύριο λόγο η μείωση των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, όταν επέρχεται η οριστική διακοπή της εμμήνου ρύσεως στις γυναίκες. Επομένως, αντιλαμβανόμαστε ότι οι ανισορροπίες ή/και οι ανεπάρκειες στα επίπεδα ορμονών αποτελούν το βασικότερο αίτιο εκδήλωσης οστεοπόρωσης.
Επιπλέον, επιβαρυντικοί παράγοντες για την εμφάνιση οστεοπόρωσης είναι η κληρονομική προδιάθεση, η μεγάλη ηλικία, το κάπνισμα, η ανεπαρκής σωματική άσκηση, το χαμηλό σωματικό βάρος, η ελλιπής πρόσληψη ασβεστίου, η μακροχρόνια λήψη κορτιζονούχων σκευασμάτων,η παρατεταμένη ακινητοποίηση, η καθυστερημένη εμμηναρχή στις γυναίκες και ο υπογοναδισμός στους άνδρες.Ταυτόχρονα, ορισμένες ασθένειες μπορούν να απειλήσουν την υγεία των οστών, όπως ο Σακχαρώδης Διαβήτης, η νόσος Cushing, η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, το πολλαπλό μυέλωμα, το Σύνδρομο δυσαπορρόφησης και η Δρεπανοκυτταρική αναιμία.
Παράλληλα, υπάρχουν ορισμένοι τύποι φαρμάκων που παρεμβαίνουν στις διαδικασίες παραγωγής και επαναρρόφησης των οστών, με αποτέλεσμα η μακροχρόνια λήψη τους να προκαλεί παρενέργειες στα οστά. Τέτοια φάρμακα περιλαμβάνουν ορισμένα κορτικοειδή, τα γλυκοκορτικοειδή, τα αντισπασμωδικά, τη μεθοτρεξάτη, καθώς και τα φάρμακα που χορηγούνται ως θεραπεία υποκατάστασης για τις διαταραχές θυρεοειδούς αδένα.
Πρόληψη της οστεοπόρωσης
Το βασικότερο όλων που συμβάλλει στην πρόληψη της οστεοπόρωσης είναι η απόκτηση της καλύτερης δυνατής οστικής πυκνότητας, δηλαδή της μεγαλύτερης τιμής της οστικής μάζας που θα καταλήξει να έχει κάποιος στο τέλος της σκελετικής του ανάπτυξης και ωρίμανσης, η οποία ολοκληρώνεται περίπου στην ηλικία των 20-25 ετών. Περίπου το 85-90% της οστικής μάζας ενός ενήλικα διαμορφώνεται μέχρι την ηλικία των 20 στα αγόρια και έως τα 18 έτη στα κορίτσια. Επομένως, η διαμόρφωση ανθεκτικών οστών στην παιδική και εφηβική ηλικία δύναται να αποτελέσει τη βάση της πρόληψης της οστεοπόρωσης σε μεγαλύτερες ηλικίες.
Συνιστάται, λοιπόν, η αυξημένη πρόσληψη ασβεστίου και Βιταμίνης D, μέσα από τη διατροφή. Παράλληλα, η διατήρηση του βάρους σε φυσιολογικά επίπεδα και η καθημερινή ελαφριάς μορφής σωματική άσκηση, όπως το περπάτημα, αποτελούν τον ιδανικό συνδυασμό που μπορεί να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες εξέλιξης της οστεοπενίας σε οστεοπόρωση.
Προτείνεται, επίσης, η διακοπή του καπνίσματος, καθώς αυτό αυξάνει το ρυθμό της λέπτυνσης των οστών, ιδιαίτερα όταν συνυπάρχει με άλλους παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση της νόσου, όπως είναι η υπερβολική κατανάλωση καφέ και αλκοόλ. Ταυτόχρονα, η ρύθμιση των ορμονικών επιπέδων σε καταστάσεις πρώιμης εμμηνόπαυσης ή αμηνόρροιας επί μακρόν χρονικό διάστημα συνιστά ένα κύριο μέσον πρόληψης της οστεοπόρωσης.
Διάγνωση της Οστεοπόρωσης
Η οστεοπόρωση διαγιγνώσκεται μέσα από τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας, η οποία προσδιορίζει τις τιμές της οστική μάζας των υπό μελέτη οστών. Όσο χαμηλότερη είναι η οστική πυκνότητα, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος πρόκλησης κατάγματος.
Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι μέτρησης της οστικής πυκνότητας, όμως η μέθοδος με τη χρήση «δέσμης φωτονίων διπλής ενέργειας» (dual energy x-ray absorsiometry – DΕXA) αποτελεί τον πιο αξιόπιστο τρόπο μέτρησης της οστικής πυκνότητας. Πρόκειται για μία σύντομη χρονικά διαγνωστική μέθοδο κατά την οποία οι μετρήσεις διενεργούνται στη σπονδυλική στήλη ή/και στα ισχία με τη χρήση ακτίνων Χ, ενώ το άτομο που εξετάζεται απορροφά ελάχιστη ακτινοβολία. Έπεται η σύγκριση της τιμής του εξεταζόμενου με εκείνη ενός υγιούς νεαρού ενήλικα και εκφράζεται αριθμητικά με ποσοστιαίες μονάδες.
Βάσει, λοιπόν, των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις μετρήσεις, οστεοπενία εκδηλώνει όποιος παρουσιάζει τιμές -1,5 έως -2,5, οστεοπόρωση εμφανίζει εκείνος που έχει τιμές κάτω του-2,5, ενώ όταν οι τιμές κυμαίνονται πιο χαμηλά από -3.5, τότε μιλάμε για βαριά ή προχωρημένη οστεοπόρωση.
Ωστόσο, η διαγνωστική αυτή μέθοδος δεν είναι επαρκής. Χρειάζεται να διενεργηθούν περαιτέρω εξετάσεις, καθώς, όπως αναφέραμε, υπάρχει μία σωρεία νοσημάτων που σχετίζονται με την οστεοπόρωση. Ταυτόχρονα, κρίνεται απαραίτητη προϋπόθεση να πραγματοποιηθεί εργαστηριακός έλεγχος στον οποίο χρειάζεται να συμπεριλαμβάνονται αιματολογικές, βιοχημικές και ορμονικές εξετάσεις.
Οι μηχανισμοί ανάπλασης των οστών
Η κοινή άποψη που επικρατεί σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για την οστεοπόρωση είναι εσφαλμένη. Η οστεοπόρωση είναι μία διαδικασία που μπορεί να προβλεφθεί ή να αντιστραφεί με ανάλογες στοχευμένες θεραπείες και προπάντων με φυσικό τρόπο. Το κλειδί για τους μηχανισμούς ανάπλασης των οστών βρίσκεται στην εξάλειψη των αιτιών που προκαλούν την οστεοπόρωση και στη λεπτομερειακή ανίχνευση και θεραπεία. Η λύση, λοιπόν,σε αυτό το φλέγον ζήτημα της οστεοπόρωσης εντοπίζεται στη σύγχρονη θεραπευτική προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει τη λήψη ενός πλήρους ιατρικού ιστορικού και την εφαρμογή εξατομικευμένων βιοχημικών, ορμονικών, απεικονιστικών και μεταβολικών εξετάσεων.
Βάσει των διαγνωστικών ευρημάτων, εκπονείται από τον αρμόδιο ιατρό η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, η οποία προσαρμόζεται στις εξατομικευμένες βιοχημικές ανάγκες του εκάστοτε ασθενούς.Αυτού του είδους οι αγωγές αντιμετωπίζουν τις ελλείψεις που εντοπίζονται σε επίπεδο κυττάρου και αποκαθιστούν την ορμονική και κυτταρική ισορροπία του οργανισμού.
Υπάρχουν πολλαπλά θεραπευτικά σχήματα στα οποίους μπορεί, ανάλογα με την περίπτωση, να περιλαμβάνονται θεραπείες ορμονικής αποκατάστασης με Φυσικές «Βιομιμητικές» ορμόνες, θεραπείες Μικρο-και Μακροθρεπτικών συστατικών και Μοριακή διατροφή.
Με τη βοήθεια αυτής της θεραπευτικής προσέγγισης, ευνοούνται οι μηχανισμοί ανάπλασης των οστών και επιτυγχάνεται η σταδιακή αναστροφή της υπάρχουσας οστεοπενίας και οστεοπόρωσης. Μάλιστα, όσο πιο έγκαιρα και νωρίτερα ηλικιακά ξεκινήσει η αποκατάσταση της υγείας των οστών, σε τόσο πιο σύντομο χρονικό διάστημα, επανέρχεται η υγεία των ασθενών στα καλύτερα δυνατά (βέλτιστα) επίπεδα, συνολικά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται η ποιότητα ζωής, προάγεται η υγεία των πασχόντων και αντιμετωπίζεται η οστεοπόρωση, έχοντας ταυτόχρονα επανέλθει η βιοχημική και δομική ισορροπία του οργανισμού.
Η θεραπευτική αυτή προσέγγιση προσαρμόζεται εκ νέου, ανάλογα με τις τρέχουσες συνθήκες και με γνώμονα τις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε ασθενούς. Η διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής δεν περιορίζεται χρονικά. Δεν υπάρχει καμία αντένδειξη και ταυτόχρονα παρέχεται αντικαρκινική προστασία. Χρειάζεται να επισημανθεί ότι έπειτα από την ορμονική πτώση που συμβαίνει κατά την εμμηνόπαυσης, συνιστάται να διενεργούνται οι αρχικές μετρήσεις και να αρχίζουν οι διαδικασίες που στοχεύουν στην αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης με απόλυτα φυσικό τρόπο.
Για να είστε πάντα καλά.
Dr. Κυριάκος Τίγκας, M.D.
Χειρουργός Γυναικολόγος – Μαιευτήρας
Εξειδίκευση σε : Λειτουργική, Προληπτική, Αντιγηραντική Ιατρική,
Ορμονική Αποκατάσταση γυναικών με Βιομιμητικές Ορμόνες,
Χειρουργική Γυναικολογική Ογκολογία, Χειρουργική Μαστού
References:
- “Handout on Health: Osteoporosis”. NIAMS. August 2014. Archived from the original on 18 May 2015. Retrieved 16 May 2015.
- WHO Scientific Group on the Prevention and Management of Osteoporosis (2000 : Geneva, Switzerland) (2003). Prevention and management of osteoporosis : report of a WHO scientific group (PDF). pp. 7, 31.
- Wells GA, Cranney A, Peterson J, Boucher M, Shea B, Robinson V, Coyle D, Tugwell P (January 2008). “Alendronate for the primary and secondary prevention of osteoporotic fractures in postmenopausal women”. The Cochrane Database of Systematic Reviews (1): CD001155.
- Wells G, Cranney A, Peterson J, Boucher M, Shea B, Robinson V, Coyle D, Tugwell P (January 2008). “Risedronate for the primary and secondary prevention of osteoporotic fractures in postmenopausal women”. The Cochrane Database of Systematic Reviews (1): CD004523.
- S. Preventive Services Task Force (March 2011). “Screening for osteoporosis: U.S. preventive services task force recommendation statement”. Annals of Internal Medicine. 154 (5): 356–64.
- Wade SW, Strader C, Fitzpatrick LA, Anthony MS, O’Malley CD (2014). “Estimating prevalence of osteoporosis: examples from industrialized countries”. Archives of Osteoporosis. 9 (1): 182.
- Old JL, Calvert M (2004). “Vertebral compression fractures in the elderly”. American Family Physician. 69 (1): 111–16.
- Sinnesael M, Boonen S, Claessens F, Gielen E, Vanderschueren D (2011). “Testosterone and the male skeleton: a dual mode of action”. Journal of Osteoporosis. 2011: 1–7.