Γιατί η ουρολοίμωξη παρουσιάζεται συχνότερα το καλοκαίρι;
H ουρολοίμωξη προκαλείται ανιόντος (από έξω προς τα έσω) από παθογόνους μικροοργανισμούς, όπως τα μικρόβια, τα βακτήρια, ιδιαίτερα τα εντεροβακτηριοειδή και σπανιότερα από ιούς και μύκητες, που εισέρχονται στο ουροποιητικό σύστημα. Στο ουροποιητικό σύστημα, περιλαμβάνονται οι νεφροί, η ουροδόχος κύστη, οι ουρητήρες και η ουρήθρα.
Οι συνηθέστεροι παθογόνοι μικροοργανισμοί που προκαλούν την ουρολοίμωξη είναι το κολοβακτηρίδιο (Escherichia coli), ο εντερόκοκκος (Enterococcus faecalis), ο πρωτέας (Proteus spp), ο σταφυλόκοκκος (Staphylococcus saprophyticus), ο στρεπτόκοκκος (Streptococcus agalactiae), η ψευδομονάδα (Pseudomonas aeruginosa), η κλεμπσιέλλα (Klebsiella pneumoniae). Αυτού του είδους τα βακτήρια ή μικρόβια προέρχονται συνήθως από το παχύ έντερο, όπου αποτελούν φυσιολογική εντερική χλωρίδα.
Υπό κανονικές συνθήκες, οι παθογόνοι αυτοί μικροοργανισμοί, ακόμη κι αν εισέλθουν από τη γυναικεία ουρήθρα, αποβάλλονται με την ούρηση, προτού εγκατασταθούν στο ουροποιητικό σύστημα. Όταν όμως παραμείνουν για περισσότερο χρόνο εντός της ουροδόχου κύστεως, χωρίς να αποβληθούν με ούρηση και το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού παράλληλα είναι ανίσχυρο, προκαλείται ουρολοίμωξη.
Η ουρολοίμωξη προσβάλλει τόσο τους ενήλικες όσο και τα παιδιά, ωστόσο το γυναικείο φύλο πλήττεται περισσότερο. Αυτό οφείλεται στην ανατομία της γενετήσιας περιοχής των γυναικών, όπου η απόσταση μεταξύ της ουρήθρας και του πρωκτού είναι μικρότερη συγκριτικά με τους άνδρες, αλλά και το μήκος της γυναικείας ουρήθρας είναι μικρότερο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, φτάνουν ευκολότερα και πιο γρήγορα παθογόνοι μικροοργανισμοί στην ουροδόχο κύστη της γυναίκας.
Οι ουρολοιμώξεις παρουσιάζονται συχνότερα τους θερινούς μήνες ακόμη και κατά 15 % περισσότερο σε σχέση με τους χειμερινούς, λόγω πολλαπλών παραγόντων.
Γιατί η ουρολοίμωξη εμφανίζεται περισσότερο το καλοκαίρι;
Οι υψηλές θερμοκρασίες, σε συνδυασμό με την έντονη υγρασία, ευνοούν την ανάπτυξη μικροβίων. Το καλοκαίρι, λόγω και της αυξημένης εφίδρωσης, χάνουμε υγρά. Το σώμα μας χρειάζεται αυτά τα υγρά για την αποβολή των βακτηρίων, των ρύπων και των τοξινών. Όταν αυτά χάνονται, τα βακτήρια μπορούν δυνητικά να προκαλέσουν μόλυνση.
Επιπλέον, η αυξημένη ζέστη επιφέρει αφυδάτωση. Έτσι, μειώνεται η παραγωγή ουρών και δεν «καθαρίζεται» επαρκώς η ουροδόχος κύστη, ούτως ώστε να απομακρυνθούν τα μικρόβια. Εξαιτίας της υπερβολικής εφίδρωσης της περιοχής πέριξ του πρωκτού, τα μικρόβια μπορούν να μετακινηθούν με μεγαλύτερη ευκολία από εκεί προς την ουρήθρα.
Τα μπάνια στη θάλασσα ή σε πισίνες, οι οποίες ενδέχεται να μην συντηρούνται σωστά ή να έχουν πληθώρα μικροβίων, ευθύνονται επίσης για την έξαρση των ουρολοιμώξεων τους καλοκαιρινούς μήνες.
Αν αυτό συνδυαστεί με την πολύωρη παραμονή με βρεγμένο μαγιό, το οποίο συνήθως αμελούμε να αλλάξουμε, έως ότου φτάσουμε στο σπίτι, αλλά και την υγρασία που δημιουργείται, τότε γίνεται σαφέστατο γιατί τα μικρόβια πολλαπλασιάζονται με τέτοια ευκολία το καλοκαίρι.
Μάλιστα, η μεταφορά μικροβίων στην περιοχή του κόλπου και της ουρήθρας διευκολύνεται κατά τη διάρκεια των σεξουαλικών επαφών, οι οποίες συνήθως αυξάνονται το καλοκαίρι. Σε συνδυασμό με την κακή υγιεινή της γενετήσιας περιοχής, εντείνεται το ενδεχόμενο εμφάνισης λοιμώξεων του ουροποιητικού.
Πέραν αυτών, το καλοκαίρι συνήθως κάνουμε μπάνιο αρκετές φορές μέσα στην ημέρα. Το υπερβολικό σαπούνισμα της ουρογεννητικής περιοχής μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στην ισορροπία των βακτηρίων στο δέρμα (υπάρχουν και ορισμένα «καλά» βακτήρια), διευκολύνοντας την ανάπτυξη μικροβίων, μυκήτων ή ιών.
Τέλος, οι συχνές μετακινήσεις, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, συνεπάγονται την αύξηση της χρήσης κοινόχρηστων τουαλετών, κάτι που ενισχύει τις πιθανότητες εμφάνισης ουρολοίμωξης. Ακόμη κι όσοι αποφεύγουν τις δημόσιες τουαλέτες διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο παρουσίας ουρολοιμώξεων, σε περίπτωση πολύωρης παραμονής των ούρων μέσα στην κύστη.
Υπάρχουν ορισμένοι επιπλέον προδιαθεσικοί παράγοντες εμφάνισης Ουρολοίμωξης
Σε αυτούς περιλαμβάνονται τα εξής:
- Γενετική προδιάθεση
- Βραχεία ουρήθρα, διαταραχή της φυσιολογικής χλωρίδας, έλλειψη γαλακτοβακίλλων στον κόλπο.
- Ανατομικές ανωμαλίες του ουροποιογεννητικού συστήματος
- Διάφραγμα και σπερματοκτόνες ουσίες που χρησιμοποιούνται ως μέθοδοι αντισύλληψης.
- Ατροφία του κολπικού επιθηλίου, λόγω των χαμηλών επιπέδων οιστρογόνων που παρατηρείται σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
- Αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών
- Προηγούμενα επεισόδια επαναλαμβανόμενης ουρολοίμωξης ή εγχειρήσεις που έχουν προηγηθεί στην ουροδόχο κύστη ή τα νεφρά.
- Ανοσοκαταστολή, λόγω AIDS, εγκυμοσύνης ή χημειοθεραπείας.
- Οργανικές καταστάσεις, όπως ο Σακχαρώδης Διαβήτης και οι πέτρες στα νεφρά.
Συμπτώματα Ουρολοιμώξεων
Τα συμπτώματα με τα οποία παρουσιάζεται η ουρολοίμωξη ποικίλλουν από άτομο σε άτομο. Βέβαια, στα πιο συνήθη περιλαμβάνονται:
- Συχνουρία που συνοδεύεται από την αίσθηση ότι η κύστη δεν έχει αδειάσει
- Δυσουρία (δυσκολία στην ούρηση)
- Καυσουρία – Πόνος και τσούξιμο κατά τη διάρκεια της ούρησης
- Νυκτουρία (επιτακτική ανάγκη για ούρηση συχνά και τη νύχτα)
- Αιματουρία (αίμα στα ούρα – σπανιότερα επί κυστίτιδας πλέον)
- Δύσοσμα ή/και θολά ούρα
- Δέκατα ή Πυρετός με ρίγος (βαριά ουρολοίμωξη-πυελονεφρίτιδα)
- Οσφυαλγία-Πόνος στην οσφύ (μέση) ή χαμηλά στη κοιλιά
- Ναυτία και εμετός
- Σε ορισμένες περιπτώσεις, διαταραχές εμμήνου ρύσεως
Ενδέχεται, βέβαια, να μην εκδηλωθεί κανένα σύμπτωμα και η ασθενής να αντιληφθεί ότι πάσχει από ουρολοίμωξη έπειτα από μία απλή εξέταση ούρων (ασυμπτωματική ουρολοίμωξη).
Πώς αντιμετωπίζεται η Ουρολοίμωξη;
Αρχικά, λαμβάνεται ένα λεπτομερές ιατρικό ιστορικό και διενεργείται εργαστηριακός έλεγχος, ο οποίος περιλαμβάνει γενική εξέταση, καλλιέργεια ούρων και αντιβιόγραμμα. Το αντιβιόγραμμα βοηθάει τον γιατρό να προβεί στη χορήγηση του κατάλληλου ανά περίπτωση αντιβιοτικού. Συνήθως, μία θεραπεία διάρκειας 7-8 ημερών συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ουρολοίμωξης.
Συνιστάται, σε κάθε περίπτωση η ταυτόχρονη λήψη ειδικών προβιοτικών, τα οποία προστατεύουν τον οργανισμό από την κολπίτιδα που ενδέχεται να επέλθει, λόγω των αντιβιοτικών και θωρακίζουν το γαστρεντερικό σύστημα.
Το βασικό πρόβλημα που ταλαιπωρεί κάποιες γυναίκες είναι οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις.
Ως υποτροπιάζουσες ορίζονται οι ουρολοιμώξεις που εμφανίζονται εκ νέου παρά το γεγονός ότι έχει προηγηθεί η θεραπευτική αντιμετώπιση ενός ήδη προηγούμενου επεισοδίου. Χρειάζεται να έχουν παρουσιαστεί περισσότερα από 3 επεισόδια ουρολοίμωξης εντός ενός έτους ή περισσότερα από 2 επεισόδια μέσα σε έξι μήνες, προκειμένου να θεωρηθούν υποτροπιάζουσες.
Οι λόγοι που μπορεί να ευθύνονται για την επανεμφάνιση μίας ουρολοίμωξης έγκεινται στην ελλιπή ανίχνευση των αιτιών που την προκάλεσαν ή στη μη επαρκή θεραπεία αυτής. Ένα ανίσχυρο ανοσοποιητικό σύστημα, επίσης, ενοχοποιείται σημαντικά, γιατί συνεπάγεται τη μη επαρκή ανταπόκριση του οργανισμού απέναντι σε οποιονδήποτε παθογόνο παράγοντα.
Πώς μπορεί να εκμηδενιστεί το ενδεχόμενο εμφάνισης Υποτροπιαζουσών Ουρολοιμώξεων;
Στα πλαίσια ενός ορθά δομημένου γυναικολογικού ιατρείου, διεξάγονται εξειδικευμένες και πλήρεις καλλιέργειες, καθώς και ειδικές εξετάσεις ως προς τη συνολική κατάσταση της υγείας της ασθενούς (τύπου Bio 4h).
Σε αυτό το σημείο έγκειται ο ρόλος της Προληπτικής Γυναικολογίας, η οποία, μέσω των κατάλληλων ελέγχων και της υψηλής τεχνολογίας, μπορεί να απεικονίσει τη συνολική κατάσταση του οργανισμού και του ανοσοποιητικού μας συστήματος και να μάς πληροφορήσει για τα εφόδια που διαθέτει το σώμα μας, προκειμένου να αντιμετωπίσει επαρκώς το πρόβλημα των υποτροπιαζουσών ουρολοιμώξεων.
Βάσει των διαγνωστικών ευρημάτων, ο θεράπων ιατρός είναι σε θέση να εντοπίσει και να εξαλείψει στοχευμένα την ουρολοίμωξη, παρέχοντας μία οριστική λύση στο πρόβλημα, μέσα από την εκπόνηση ενός θεραπευτικού σχήματος, που στοχεύει στην εκμηδένιση των πιθανοτήτων υποτροπής στο μέλλον.
Πρόκειται για μία διττή στρατηγική. Αφενός, εξαλείφονται στοχευμένα οι παράγοντες που συνετέλεσαν στην εμφάνιση της ουρολοίμωξης κι αφετέρου η ασθενής καλύπτεται θεραπευτικά, ώστε να μην παρουσιαστούν ξανά υποτροπές.
Με ποιες μεθόδους μπορεί να προληφθεί η ουρολοίμωξη;
- Σωστή υγιεινή
- Αποφυγή της χρήσης διαφράγματος
- Τακτική ούρηση και ειδικότερα ούρηση μετά τη σεξουαλική επαφή και πριν από τον ύπνο το βράδυ
- Κατανάλωση προβιοτικών και χυμού φραγκοστάφυλου
- Λήψη άφθονου νερού ημερησίως (3,5 λίτρα την ημέρα τουλάχιστον)
- Ορμονική αποκατάσταση σε γυναίκες που παρουσιάζουν ατροφία του κολπικού και ουροποιητικού επιθηλίου
- Αποφυγή σακχάρων, γλυκών και υδατανθράκων
- Περιοδική λήψη αντιβίωσης, σύμφωνα με το πρωτόκολλο που θα εκπονήσει ο θεράπων ιατρός
- Χρήση λιπαντικού κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής
- Αποφυγή στενών ρούχων (τζιν, εσωρούχων)
Για να είστε πάντα καλά.
Dr. Κυριάκος Τίγκας, M.D.
Χειρουργός Γυναικολόγος – Μαιευτήρας
Εξειδίκευση σε : Λειτουργική, Προληπτική, Αντιγηραντική Ιατρική,
Ορμονική Αποκατάσταση γυναικών με Βιομιμητικές Ορμόνες,
Χειρουργική Γυναικολογική Ογκολογία, Χειρουργική Μαστού
References:
- Flores-Mireles AL, Walker JN, Caparon M, Hultgren SJ (May 2015). “Urinary tract infections: epidemiology, mechanisms of infection and treatment options”. Nature Reviews. Microbiology. 13 (5): 269–284.
- Abraham SN, Miao Y (October 2015). “The nature of immune responses to urinary tract infections”. Nature Reviews. Immunology. 15 (10): 655–663.
- “Urinary Tract Infections in Adults”. Archived from the original on 9 January 2015. Retrieved 1 January 2015.
- Beerepoot M, Geerlings S (April 2016). “Non-Antibiotic Prophylaxis for Urinary Tract Infections”. Pathogens (Review). 5 (2): 36.
- Marschall J, Carpenter CR, Fowler S, Trautner BW (June 2013). “Antibiotic prophylaxis for urinary tract infections after removal of urinary catheter: meta-analysis”. BMJ. 346: f3147.
- Huttner A, Gambillara V (October 2018). “The development and early clinical testing of the ExPEC4V conjugate vaccine against uropathogenic Escherichia coli”. Clinical Microbiology and Infection. 24 (10): 1046–1050.
- Schwenger EM, Tejani AM, Loewen PS (December 2015). “Probiotics for preventing urinary tract infections in adults and children”. The Cochrane Database of Systematic Reviews. 2015 (12): CD008772.
- Long B, Koyfman A (November 2018). “The Emergency Department Diagnosis and Management of Urinary Tract Infection”. Emergency Medicine Clinics of North America. 36 (4): 685–710.